impétueusement
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- impétueusement < impétueuse + -ment
Επίρρημα
επεξεργασίαimpétueusement (fr)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη impétueux
impétueusement (fr)