if not
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Έκφραση
επεξεργασία
if not (en)
- (ιδιωματισμός) αν όχι, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερο, πιο σημαντικό κτλ. από ό,τι αναφέρθηκε αρχικά
- ⮡ His views are considered bold if not unrealistic.
- Οι απόψεις του θεωρούνται τολμηρές αν όχι ανεδαφικές.
- ⮡ His views are considered bold if not unrealistic.