Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

grandparte < grand- + part- + -e

  Επίρρημα επεξεργασία

grandparte (eo)

la libroj estas grandparte en tre bona stato, τα βιβλία είναι κατά μεγάλο μέρος σε πολύ καλή κατάσταση