Ετυμολογία

επεξεργασία
gajni < gajn- + -i
ρήμα gajni
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας gajnas gajnanta gajnata
αόριστος gajnis gajninta gajnita
μέλλοντας gajnos gajnonta gajnota
υποθετική gajnus - -
προστακτική gajnu - -

gajni (eo)