gades
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- gades < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
gades (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (ψάρι) γάδος, βακαλάος, μπακαλιάρος