fumaĵi
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- fumaĵi < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαρήμα fumaĵi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | fumaĵas | fumaĵanta | fumaĵata |
αόριστος | fumaĵis | fumaĵinta | fumaĵita |
μέλλοντας | fumaĵos | fumaĵonta | fumaĵota |
υποθετική | fumaĵus | - | - |
προστακτική | fumaĵu | - | - |
fumaĵi (eo)
- (για τρόφιμα) καπνίζω