Αριθμητικό

επεξεργασία

five hundred (en)

  • πεντακόσια, πεντακόσιοι
    ⮡  Four hundred men are swimming and five hundred women are running.
    Τετρακόσιοι άντρες κολυμπούν και πεντακόσιες γυναίκες τρέχουν.