Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

fanned frets (en) πληθυντικός

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • νέα ελληνικά : τάστα έγχορδου μουσικού οργάνου καρφωμένα σαν βεντάλια