Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
exploitive
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
exploitive
<
exploit
Επίθετο
επεξεργασία
exploitive
(en)
που έχει την τάση να
εκμεταλλεύεται
Συνώνυμα
επεξεργασία
exploitative