Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

estingi < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα estingi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας estingas estinganta estingata
αόριστος estingis estinginta estingita
μέλλοντας estingos estingonta estingota
υποθετική estingus - -
προστακτική estingu - -

estingi (eo)