• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

envahir

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά

Γαλλικά (fr)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ρήμα

επεξεργασία

envahir (fr)

  1. εισβάλλω
  2. κατακλύζω

Συγγενικά

επεξεργασία
  • envahir
  • envahissant - envahissante
  • envahissement
  • envahisseur
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=envahir&oldid=5245037"
Τελευταία επεξεργασία στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 10:36

Γλώσσες

    • Čeština
    • Dansk
    • Deutsch
    • English
    • Eesti
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Italiano
    • 한국어
    • Кыргызча
    • Malagasy
    • Norsk
    • Polski
    • Português
    • Русский
    • Sängö
    • Svenska
    • Тоҷикӣ
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στις 10:36.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας