Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

emasculation (en)

  • ευνουχισμός, η στέρηση των αντρικών ιδιοτήτων και η κατάσταση που προκύπτει ως αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας