Ετυμολογία

επεξεργασία
elvoki < λείπει η ετυμολογία
ρήμα elvoki
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας elvokas elvokanta elvokata
αόριστος elvokis elvokinta elvokita
μέλλοντας elvokos elvokonta elvokota
υποθετική elvokus - -
προστακτική elvoku - -

elvoki (eo)