dynamic
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαdynamic (en)
- δυναμικός
- a dynamic person - δυναμικός άνθρωπος
- dynamic equilibrium - δυναμική ισορροπία
- (πληροφορική) δυναμικός
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία- dynamic binding
- dynamic IP address
- Dynamic HTML (DHTML)
- dynamic typing
- Dynamic Host Configuration Protocol (DHCP)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- dynamic στην αγγλική Βικιπαίδεια