Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

dağcılık < dağcı (αλπινιστής) + -lık

  Ουσιαστικό επεξεργασία

dağcılık (tr)

Συγγενικά επεξεργασία