Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
długotrwały
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Συγγενικά
Πολωνικά
(pl)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
długotrwały
<
długo
+
trwały
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Επίθετο
επεξεργασία
długotrwały
(pl)
που διαρκεί πολύ,
ενδελεχής
Συγγενικά
επεξεργασία
długotrwale
długotrwałość