Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

conceive (en)

  1. συλλαμβάνω (μένω έγκυος]]
  2. συλλαμβάνω (κατανοώ)
  3. συλλαμβάνω (μια ιδέα, ένα σχέδιο)