Ουσιαστικό

επεξεργασία

chamoisine (fr) θηλυκό

  • κομμάτι χνούδινου υφάσματος, συνήθως κιτρινωπού, που χρησιμοποιείται για τη στίλβωση διαφόρων επιφανειών (αυτοκίνητο, ασημικά, έπιπλα, κλπ.)

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία