Ετυμολογία

επεξεργασία
butikumi < butik(o) + -um- + -i
ρήμα butikumi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας butikumas butikumanta butikumata
αόριστος butikumis butikuminta butikumita
μέλλοντας butikumos butikumonta butikumota
υποθετική butikumus - -
προστακτική butikumu - -

butikumi (eo)