buteleczka
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- buteleczka < υποκοριστικό του butelka
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
buteleczka (pl) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
→ δείτε τη λέξη butelka
buteleczka (pl) θηλυκό
→ δείτε τη λέξη butelka