Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα brulgluiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας brulgluiĝas brulgluiĝanta brulgluiĝata
αόριστος brulgluiĝis brulgluiĝinta brulgluiĝita
μέλλοντας brulgluiĝos brulgluiĝonta brulgluiĝota
υποθετική brulgluiĝus - -
προστακτική brulgluiĝu - -

brulgluiĝi (eo)