Ετυμολογία

επεξεργασία
breadcrumbs < bread + crumb

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

breadcrumbs (en) (πληθυντικός)

  • η τριμμένη φρυγανιά, πολύ μικρά κομμάτια ψωμί που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στη μαγειρική
    ⮡  We roll every chicken breast, on both sides, first in flour, then in egg, and finally in breadcrumbs.
    Περνάμε κάθε στήθος κοτόπουλου, και από τις δύο πλευρές, πρώτα στο αλεύρι, μετά στα αυγά και, τέλος, στη φρυγανιά.

Δείτε επίσης

επεξεργασία