bestimmt
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαbestimmt (de)
- σίγουρα
- ⮡ er hat es bestimmt vergessen - σίγουρα θα το ξέχασε
Πηγές
επεξεργασία- bestimmt - Duden online.
- bestimmt - Digitales Wörterbuch der deutschen Sprache [Ψηφιακό λεξικό της γερμανικής γλώσσας]. Berlin-Brandenburgische Akademie der Wissenschaften (BBAW) (Ακαδημία Επιστημών [και Ανθρωπιστικών Επιστημών] του Βερολίνου-Βρανδεμβούργου).