arts plastiques
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
arts plastiques (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (τέχνη) οι πλαστικές τέχνες, οι εικαστικές τέχνες
arts plastiques (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό