ρήμα alporti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας alportas alportanta alportata
αόριστος alportis alportinta alportita
μέλλοντας alportos alportonta alportota
υποθετική alportus - -
προστακτική alportu - -

alporti (eo)