Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα alnaĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας alnaĝas alnaĝanta alnaĝata
αόριστος alnaĝis alnaĝinta alnaĝita
μέλλοντας alnaĝos alnaĝonta alnaĝota
υποθετική alnaĝus - -
προστακτική alnaĝu - -

alnaĝi (eo)