Węgier
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Węgier < Węgry
Προφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαWęgier (pl) αρσενικό (θηλυκό Węgierka)
- (εθνικό όνομα) ο Ούγγρος
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Węgry
Węgier (pl) αρσενικό (θηλυκό Węgierka)