• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Reform

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : reform

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γερμανικά (de)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά

Γερμανικά (de)

επεξεργασία

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

Reform (de) θηλυκό

  • η μεταρρύθμιση

Συγγενικά

επεξεργασία
  • Reformator
  • reformatorisch
  • Reformer
  • reformieren
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Reform&oldid=5249513"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Σεπτεμβρίου 2021, στις 04:27

Γλώσσες

    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Eesti
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Polski
    • Русский
    • Svenska
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Σεπτεμβρίου 2021, στις 04:27.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας