Hessen
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαHessen (de) ουδέτερο
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Hessen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαHessen αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]
Νορβηγικά (no)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Hessen < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαHessen αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 12891: Last names used by 200 persons or more, by last name, contents and year, ανακτήθηκε 6/9/2023 [2]