Ετυμολογία

επεξεργασία
Giritli < Girit + -li

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Giritli (tr)

  1. (πατριδωνυμικό) ο Κρητικός, η Κρητικιά
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)