Dutch
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαDutch (en)
- (εθνικό όνομα) Ολλανδός
- (γλώσσα) τα ολλανδικά, η ολλανδική γλώσσα, τα ολλανδέζικα
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Dutch (εθνικό όνομα) στην αγγλική Βικιπαίδεια
- Dutch (γλώσσα) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Επίθετο
επεξεργασίαDutch (en)