Δείτε επίσης: anguilla

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Anguilla < λατινική anguilla (χέλι)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /æŋˈɡwɪlə/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Anguilla (en)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.