ὀμείχω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ὀμείχω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασίαὀμείχω
Άλλες μορφές
επεξεργασία- ὀμιχῶ: συνηρημένη μορφή του ὀμιχέω
- μιχῶ: συνηρημένη μορφή του μιχέω
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ὀμείχω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.