Ἠσαΐας
(Χρειάζεται πρότυπο κλίσης)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠτώση | Ενικός | ||
---|---|---|---|
Ονομαστική | Ἠσαΐας | ||
Γενική | Ἠσαΐου | ||
Δοτική | Ἠσαΐᾳ | ||
Αιτιατική | Ἠσαΐαν | ||
Κλητική | Ἠσαΐα |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἠσαΐας < (άμεσο δάνειο) εβραϊκή יְשַׁעְיָהוּ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἨσαΐας αρσενικό
- (ελληνιστική κοινή) ανδρικό όνομα (Ἠσαΐας), εξελληνισμός εβραϊκού ονόματος
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ησαΐας στη Βικιπαίδεια