Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἡμικυκλικῶς < ελληνιστική κοινή ἡμικυκλικ(ός) + -ῶς

  Επίρρημα επεξεργασία

ἡμικυκλικῶς

  Πηγές επεξεργασία