Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἐπιδαυρόθεν < Ἐπίδαυρος + -θεν

  Επίρρημα

επεξεργασία

Ἐπιδαυρόθεν (τοπικό επίρρημα)

Συγγενικά

επεξεργασία