ἔγγονος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ἔγγονος < αρχαία ελληνική ἐν + γόνος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Άλλες μορφές
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ και θηλυκό στον Πλούταρχο