Δείτε επίσης: ἑτός, ἔτος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

ἐτός

  • (πάντα με άρνηση) μάταια, χωρίς λόγο

Ταυτόσημο επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία