Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐξομολογητικῶς < ελληνιστική κοινή ἐξομολογητικ(ός) + -ῶς

  Επίρρημα επεξεργασία

ἐξομολογητικῶς

  Πηγές επεξεργασία