Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἐξημαρτημένως < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα επεξεργασία

ἐξημαρτημένως

  • εσφαλμένα, άδικα, ανώφελα, άστοχα
    ※  5ος/4oς πκε αιώνας Πλάτων, Νόμοι, 10.891d @scaife.perseus
    οὐ γὰρ δὴ σμικρόν γε τὸ διαφέρον, εἰ φανεῖεν οἱ λόγων ἁπτόμενοι ἀσεβῶν, ἄλλοις τε ἐξάρχοντες, μηδὲ εὖ τοῖς λόγοις ἀλλʼ ἐξημαρτημένως χρώμενοι.
    γιατί βέβαια δεν έχει μικρή διαφορά, αν αποδεικνυόταν ότι όσοι καταπιάνονται με ασεβείς ισχυρισμούς και τους απευθύνουν σε άλλους, δεν χρησιμοποιούν σωστά τα επιχειρήματά τους αλλά εσφαλμένα.
    Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.

  Πηγές επεξεργασία