ἐξενοδοχίσθην
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαἐξενοδοχίσθην
- πρώτο πρόσωπο ενικού παθητικού αορίστου του ρήματος gkm
Πηγές
επεξεργασία- ξενοδοχω - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].