ἄλλως
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
ἄλλως (τροπικό)
- αλλιώς, με διαφορετικό τρόπο
- διαφορετικά, σε αντίθετη περίπτωση
Συγγενικά επεξεργασία
εκφράσεις επεξεργασία
Άπιστον ταῖς πολιταίες ἡ τυραννίς, ἄλλως τε κἄν ὅμορον (γειτονική) χώραν ἔχουσι.
Σημειώσεις επεξεργασία
είναι και μόριο γιατί μερικές φορές σημαίνει εκτός απ΄ αυτό ή γενικά ή απλά ακόμα και μάλιστα, όταν συνοδεύεται από συμπλεκτικό τε.