Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ἀφικόμην (ιωνικός τύποςἀπικόμην)

  • α' πρόσωπο ενικού οριστικής αορίστου β΄ του ρήματος ἀφικνέομαι