Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀτομιστικῶς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἀτομιστικῶς
<
ἀτομιστικ(ός)
+
-ῶς
Επίρρημα
επεξεργασία
ἀτομιστικῶς
(
καθαρεύουσα
)
ατομιστικά