Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀσυμμέτρως (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική ἀσύμμετρ(ος) + -ως

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἀσυμμέτρως