ἀρρενογονέω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ἀρρενογονέω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα επεξεργασία
ἀρρενογονέω - ἀρρενογονῶ (συνηρημένο)
- αποκτώ άρρενα τέκνα
Πηγές επεξεργασία
- ἀρρενογονέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.