ἀπόκαρσις
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀπόκαρσις < ἀποκείρω → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἀπόκαρσις
- (χριστιανισμός) η τελετή της κουράς στην περιβολή μοναχικού σχήματος
Πηγές
επεξεργασία- απόκαρσις - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- ἀπόκαρσις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.