Δείτε επίσης: ακροποσθία

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀκροποσθία < ἄκρος + πόσθη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἀκροποσθία θηλυκό