Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀηθέσσω < ἀήθης

  Ρήμα επεξεργασία

ἀηθέσσω

→ δείτε τη λέξη  ἀηθέω