Ετυμολογία

επεξεργασία
გევორგ < αρμενική Գևորգ (Geworg, Γκεβόργκ)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɡevorɡ/ [ɡ̊evoɾkʰ]

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

გევორგ (ka) (gevorg) αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία